Επίσχεση ούρων - ατελής κένωση της ουροδόχου κύστης

Η ατελής κένωση της ουροδόχου κύστης αναφέρεται στην αυξημένη ποσότητα ούρων που παραμένουν στην ουροδόχο κύστη μετά την ούρηση σε αντίθεση με την φυσιολογική κατάσταση που είναι η πλήρης κένωση ή η παραμονή μικρής ποσότητας ούρων μετά την ούρηση (λιγότερο από 100 ml).

H ατελής κένωση της ουροδόχου κύστης μπορεί να έχει διάφορες αιτίες, πιθανές επιπτώσεις και στρατηγικές διαχείρισης.

Αιτίες:
  1. Δυσλειτουργία Κύστης: Καταστάσεις όπως η υπερλειτουργική κύστη ή η υπολειτουργική κύστη μπορεί να οδηγήσουν σε μη πλήρη κένωση της κύστης, με αποτέλεσμα την αύξηση της ποσότητας υπολειπομένων ούρων.
  2. Απόφραξη: Απόφραξη στην έξοδο των ούρων από την ουροδόχο κύστη, όπως ένας διογκωμένος προστάτης ή ένας στένωμα στην ουρήθρα, μπορεί να εμποδίσει ροή των ούρων και να οδηγήσει σε αυξημένο υπόλειμμα ούρων.
  3. Νευρολογικές Διαταραχές: Διαταραχές που σχετίζονται με το νευρικό σύστημα, όπως τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης ή η  σκλήρυνσης κατά πλάκας, μπορούν να διαταράξουν την επικοινωνία μεταξύ της ουροδόχου κύστης και του εγκεφάλου, προκαλώντας δυσλειτουργία στην λειτουργία της ουροδόχου κύστης.
  4. Φάρμακα: Κάποια φάρμακα, ειδικά αυτά που επηρεάζουν τη λειτουργία των μυών της κύστης ή το νευρικό σύστημα, μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση της ποσότητας υπολείμματος ούρων.
Επιπτώσεις:

Το αυξημένο υπόλειμμα ούρων μπορεί να οδηγήσει σε διάφορες επιπλοκές και προβλήματα, συμπεριλαμβανομένων:

  1. Λοιμώξεις Ουροποιητικού: Τα εναπομείναντα ούρα στην κύστη μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης μικροοργανισμών και επακόλουθων  ουρολοιμώξεων.
  2. Λίθοι Κύστης: Το αυξημένο υπόλειμμα ούρων μπορεί να συμβάλει στην δημιουργία λίθων στην κύστη.
  3. Συμπτώματα κατωτέρου Ουροποιητικού: Το αυξημένο υπόλειμμα ούρων μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα κατωτέρου ουροποιητικού όπως  συχνουρία.
  4. Επίσχεση ούρων. Επίσχεση ούρων αναφέρεται στην κατάσταση την οποία ένα άτομο θέλει αλλά δεν μπορεί να ουρήσει και είναι μια επιπλοκή του αυξημένου υπολείμματος ούρων. Η επίσχεση ούρων είναι μια από τις πιο δυσάρεστες καταστάσεις που σχετίζονται με το ουροποιητικό σύστημα και χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο και δυσφορία. Η επίσχεση ούρων αντιμετωπίζεται με καθετηριασμό της κύστης ο οποίος και πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατόν.
Αντιμετώπιση:
  1. Διαχείριση των Υγρών: Η διασφάλιση κατάλληλης ενυδάτωσης αποφεύγοντας όμως την υπερβολική κατανάλωση υγρών κοντά στην ώρα του ύπνου μπορεί να βοηθήσει στη ρύθμιση της λειτουργίας της ούρησης.

  2. Τεχνικές ούρησης: Η ενθάρρυνση της διπλής ούρησης, όπου κάποιος αδειάζει την κύστη, περιμένει λίγα δευτερόλεπτα και στη συνέχεια προσπαθεί ξανά, μπορεί να βοηθήσει στο πιο πλήρες άδειασμα της κύστης.

  3. Επανεκπαίδευση Κύστης: Η σταδιακή αύξηση του χρόνου ανάμεσα στις ουρήσεις μπορεί να επανεκπαιδεύσει τους μύες της κύστης για πιο αποτελεσματική κένωση.
  4. Φαρμακευτική Θεραπεία: Ανάλογα με την υποκείμενη αιτία, μπορεί να απαιτηθεί φαρμακευτική αγωγή που να στοχεύει στη βελτίωση της λειτουργίας της ούρησης.
  5. Καθετηριασμός: Σε περιπτώσεις σοβαρής απόφραξης ή νευρολογικών προβλημάτων, ενδέχεται να είναι απαραίτητος ο διαλλείπων αυτοκαθετηριασμός με καθετήρα για τη διασφάλιση πλήρους κένωσης της κύστης.
  6. Χειρουργικές Επεμβάσεις: Η χειρουργική αντιμετώπιση μπορεί να ληφθεί υπόψη σε περιπτώσεις που σχετίζονται με ανατομική απόφραξη, όπως υπερπλασία του προστάτη.

Συνοψίζοντας, το αυξημένο υπόλειμμα μετά την ούρηση μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες και να έχει επιπτώσεις στην υγεία του ουροποιητικού συστήματος και στην γενικότερη υγεία του ασθενούς.  Η έγκαιρη αναγνώριση της υποκείμενης αιτίας, μαζί με τις κατάλληλες στρατηγικές αντιμετώπισης, είναι ζωτικής σημασίας για την αποτροπή επιπλοκών και τη διατήρηση της βέλτιστης λειτουργίας της κύστης.

Δημοσίευση του Δρ. Μ. Καραβιτάκη για την επίσχεση ούρων στον European Urology το πιο σημαντικό επιστημονικό ουρολογικό περιοδικό διεθνώς